- κηρύσσω
- κηρύ̱σσω , κηρύσσωto be a heraldpres subj act 1st sgκηρύ̱σσω , κηρύσσωto be a heraldpres ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κηρύσσω — και κηρύττω κήρυξα, κηρύχτηκα, κηρυγμένος 1. κάνω γνωστό στο πλήθος με τον κήρυκα, διαδηλώνω, λέγω κάτι δημόσια: Κήρυξε επιστράτευση. 2. κηρύσσω το λόγο του Θεού. 3. «κηρυγμένος εχθρός», φανερός εχθρός: Είναι κηρυγμένος εχθρός της δημοκρατίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κηρύσσω — κηρύσσω, κήρυξα βλ. πίν. 27 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
κηρύσσω — και κηρύττω (ΑΜ κηρύσσω, Α αττ. τ. κηρύττω, δωρ. τ. καρύσσω) [κήρυξ] 1. γνωστοποιώ μεγαλοφώνως κάτι στο πλήθος ως κήρυκας, καλώ, συγκαλώ («κέλευσε κηρύσσειν ἀγορήνδε κάρη κομόωντας Αχαιούς», Ομ. Ιλ.) 2. κάνω κάτι επίσημα γνωστό, δηλώνω, διαλαλώ,… … Dictionary of Greek
κηρῦσσον — κηρύσσω to be a herald pres part act masc voc sg κηρύσσω to be a herald pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρῦττον — κηρύσσω to be a herald pres part act masc voc sg (attic) κηρύσσω to be a herald pres part act neut nom/voc/acc sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεκηρῦχθαι — κηρύσσω to be a herald perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρῦξαι — κηρύσσω to be a herald aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρῦξαν — κηρύσσω to be a herald aor part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύξαντ' — κηρύ̱ξαντα , κηρύσσω to be a herald aor part act neut nom/voc/acc pl κηρύ̱ξαντα , κηρύσσω to be a herald aor part act masc acc sg κηρύ̱ξαντι , κηρύσσω to be a herald aor part act masc/neut dat sg κηρύ̱ξαντε , κηρύσσω to be a herald aor part act… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύξουσ' — κηρύ̱ξουσα , κηρύσσω to be a herald fut part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) κηρύ̱ξουσι , κηρύσσω to be a herald aor subj act 3rd pl (epic) κηρύ̱ξουσι , κηρύσσω to be a herald fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)